Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Εθνικοσοσιαλισμός (Μέρος Α')


Σύγχρονοι εθνικοσοσιαλιστές

Σήμερα στα "Νέα" δημοσιεύεται ένα αρκετά σημαντικό άρθρο που ουσιαστικά μιλά για τον εθνικοσοσιαλισμό για την Ελλάδα, έστω και αν δεν τον κατονομάζει, και έστω και αν το άρθρο τα "φουσκώνει" λίγο και γενικεύει, "τσουβαλιάζοντας" έως ένα βαθμό πρόσωπα και καταστάσεις. Ας δούμε τα άρθρο, και στη συνέχεια θα δημοσιεύσουμε σε δύο συνέχειες δύο άρθρα "από τα παλιά" σχετικά με τον εθνικοσοσιαλισμό:

Νοστράδαμος πολύ αριστερός
Μια ιστορία φαντασίας με την εθνολαϊκή κουλτούρα στο προσκήνιο

Θεωρώ σίγουρο πως στο μέλλον θα δούμε μια νέα δύναμη να ανατέλλει στο ξεπεσμένο ελληνικό πολιτικό στερέωμα. Ισως αυτό να συμβεί με τη μορφή κάποιου νέου κόμματος. Ισως, πάλι, με τη μετάλλαξη ενός από τα ήδη υπάρχοντα στον χώρο της Αριστεράς. Ναι, της Αριστεράς, επειδή η νέα αυτή δύναμη εκεί θα επιχειρήσει να τοποθετηθεί πολιτικά.

Εδώ και χρόνια παρατηρούμε μια μετάλλαξη σε ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής Αριστεράς. Το φαινόμενο αυτό ξεκίνησε δειλά δειλά με την κατάρρευση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» που άρχισε στα 1989 και ολοκληρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 αλλά, τον 21ο αιώνα, προχωράει με ραγδαίους ρυθμούς. Θα μπορούσε κανείς να πει πως το turning point της εξέλιξης αυτής ήταν η είσοδος της Λιάνας Κανέλλη και του Κώστα Ζουράρι στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Τον Ζουράρι δεν τον σήκωσε πολύ το κλίμα, η χειμαρρώδης Λιάνα όμως όχι μόνο παρέμεινε αλλά συχνά αποτελεί την αιχμή του δόρατος του πιο «παραδοσιακού» αριστερού κόμματος στην Ελλάδα.

Από τότε, η Αριστερά έγινε trendy (σ.σ. καλά, μην τρελαθούμε κιόλας, εδώ όχι απλα΄τα παρελλέει, αλλά σπάει κάθε ρεκόρ). Ολοι οι Ελληνες άρχισαν να δηλώνουν λίγο ώς πολύ αριστεροί. Μέχρι και ο Γιώργος Καρατζαφέρης έχει αυτοχαρακτηριστεί έτσι κατά καιρούς. Ξαφνικά είδαμε «αριστερούς» να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο. Να κρεμούν γαλανόλευκες σημαίες στα μπαλκόνια τους. Να υπερασπίζονται την «ορθόδοξη πίστη». Να μισούν τους ξένους: τους Γερμανούς, τους Τούρκους, τους Πακιστανούς... Κάποιοι έφτασαν στο σημείο να ασπαστούν τις γνωστές συνωμοσιολογικές (και ακροδεξιές) δοξασίες για Εβραίους, Μασόνους και Λέσχη Μπίλντερμπεργκ. Παλιότερα, ως (σωστό) αριστερό θεωρούσαμε έναν άνθρωπο προοδευτικό, με προτάσεις, με ιδέες. Εναν άνθρωπο που δεν υπολόγιζε σύνορα παρά μόνο ανθρώπινα δικαιώματα (σ.σ. άλλο τεράστιο "φάουλ" του άρθρου, καθώς δε ξέρω τι ακριβώς εννοεί με τον όρο "ανθρώπινα δικαιώματα", αλλά αν εννοεί αυτά που συνήθως αναφέρει η άρχουσα τάξη, τότε μάλλον τα έχει μπλέξει. Στόχος της κομμουνιστικής επανάστασης είναι η ανατροπή της άρχουσας τάξης και του καπιταλιστικού συστήματος της ατομικής ιδιοκτησίας, και αντικατάσταση του από τη δικτατορία του προλεταριάτου, δηλαδή το σύστημα εκείνο όπου εμείς, η εργαζόμενη κάνουμε κουμάντο και επιβάλλουμε τα δικά μας συμφέροντα ώσπου να εξαφανιστούν πλέον οι τάξεις εκείνες που μας εκμεταλλεύονται, όπως πχ οι καπιταλιστές εξαφάνισαν τους φεουδάρχες του Μεσαίωνα). Σήμερα αρκεί να βρίσεις τους «μπάτσους» και το Μνημόνιο για να γίνεις αυτομάτως πιο «κόκκινος» και από τα λάβαρα του Ολυμπιακού.

Οι πολιτικοί που εκφράζουν αυτή την κίνηση είναι πολλοί και γνωστοί. Υπάρχουν σε όλα ανεξαιρέτως τα κοινοβουλευτικά κόμματα και ήδη μοιάζουν εγκλωβισμένοι σε αυτά. Κάποιοι έχουν ήδη ανεξαρτητοποιηθεί έπειτα από πομπώδεις (λαϊκιστικές) κορόνες στα έδρανα της Βουλής - οι οποίες φυσικά αποθεώθηκαν στο ελληνόφωνο YouTube (σ.σ. ναι, πράγματι υπάρχουν και τέτοιοι, αλλά επίσης υπάρχουν και πιο σοβαρές φωνές, που όντως είναι αριστερές. Κακώς δεν αναφέρονται στο άρθρο). Και φυσικά δεν είναι μόνοι τους. Πίσω τους έχουν μια στρατιά από αδίστακτους καιροσκόπους εκδότες, βετεράνους - το πάλαι ποτέ - καλοπληρωμένους δημοσιογράφους, απίστευτα χυδαία μπλογκ, λαϊκιστές εκπροσώπους του καλλιτεχνικού κόσμου (sic) και ένα ετερόκλητο πλήθος από πολίτες κάθε ηλικίας που εμφανίζονται «οργισμένοι», πρόσωπα έτοιμα για πάσης μορφής βιαιότητες. Στους τελευταίους είναι και πολλοί που, αν και πνευματικά εγγόνια του Γκοτζαμάνη και παιδιά του Καλαμπόκα, (σ.σ. ο Καλαμπόκας ήταν ο ΟΝΝΕΔίτης που δολοφόνησε τον Τεμπονέρα) διαλαλούν όπου σταθούν και όπου βρεθούν πως είναι «αριστεροί». Το χειρότερο, μάλιστα, είναι πως το πιστεύουν.

Ξέρω πως ακούγομαι σαν Νοστράδαμος αλλά είμαι βέβαιος πως κάποια στιγμή αυτό το κόμμα θα απαιτήσει την ψήφο του ελληνικού λαού. Θα παρουσιαστεί ως μια «νέα» Αριστερά. Μια Αριστερά «νικήτρια» που δεν θα «τρώει ξύλο» όπως τις προηγούμενες δεκαετίες. Μόνο θα δέρνει αυτή (σ.σ. καλά, αυτό δεν είναι άσχημο -κάθε άλλο. Τα επόμενα πράγματα που θα πει το άρθρο ΕΙΝΑΙ άσχημα, αλλά όχι αυτό από μόνο του). Μια Αριστερά εθνολαϊκή, που δεν θα ντρέπεται να βροντοφωνάξει την «ελληνικότητά» της, που θα ξαναφτιάξει τη Μεγάλη Ελλάδα που τόσοι ονειρεύονται. Μια Αριστερά που θα κάνει όλες τις «αντιλαϊκές» και «ανθελληνικές» φωνές να σωπάσουν μια για πάντα. Με κάθε κόστος και μέσο.

Φυσικά δεν μπορώ να σας υπογράψω πως οι προβλέψεις μου αυτές θα πραγματοποιηθούν. Επίσης, δεν είμαι σε θέση να πω αν όλα αυτά θα συμβούν αύριο ή σε δέκα χρόνια από τώρα. Ξέρω όμως πως αυτή η πρόταση (ο Θεός να την κάνει...) θα φανεί σε πολλούς ελκυστικότατη. Από παλιούς αντιστασιακούς μέχρι εθνικόφρονες απόστρατους. Και από μικρομεσαίους σαραντάρηδες μικροαστούς έως «περιθωριακούς» νέους.

Σε εποχές που οι δύο παραδοσιακές πολιτικές παρατάξεις φυτοζωούν το πολιτικό αυτό τερατούργημα ίσως χτυπήσει μέχρι και πρωτιά. Και αν οι άνθρωποι αυτοί έρθουν στην εξουσία; Ε, τότε ενδεχομένως να ζήσουμε την «κοινοβουλευτική χούντα» για την οποία τόσοι (από αυτούς) μιλάνε σήμερα...
Ιδού τώρα μια άποψη για τον "εθνοσοσιαλισμό" από τα παλιά, γραμμένο από τον Τρότσκι για το Χίτλερ - διαβάστε το και θα δείτε αν έχει ομοιότητες και αξία στο σήμερα:

ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΑΙΝΙΓΜΑ
Η πολιτική κατάσταση στη Γερμανία δεν είναι μονάχα δύσκολη αλλά και διδαχτική. Σαν ένα πολλαπλό κάταγμα, μια ρωγμή στη ζωή ενός έθνους κομματιάζει όλους τους ιστούς. Σπάνια ο αλληλοσυσχετισμός ανάμεσα σε τάξεις και κόμματα - της κοινωνικής ανατομίας και της πολιτικής φυσιολογίας - έχει αποκαλυφθεί τόσο καθαρά όσο στη σύγχρονη Γερμανία. Η κοινωνική κρίση απογυμνώνει τις συμβατικότητες και αποκαλύπτει την πραγματικότητα. Αυτοί που βρίσκονται σήμερα στην εξουσία μπορεί να φαινόντουσαν σαν φαντάσματα πριν από λίγο καιρό. Η κυριαρχία της μοναρχίας και της αριστοκρατίας δεν καταργήθηκε το 1918; Όμως φαίνεται πώς η επανάσταση του Νοέμβρη δεν έκανε μια αρκετά βαθιά δουλειά. Οι γερμανοί γιούνκερς δεν αισθάνονται καθόλου σαν φαντάσματα. Αντίθετα οι γιούνκερς κάνουν φάντασμα την Γερμανική Δημοκρατία.

Οι σημερινοί κυρίαρχοι στέκονται "υπεράνω κομμάτων". Αναμφίβολα, αντιπροσωπεύουν μια συρρικνούμενη μειοψηφία. Η έμπνευσή τους και η άμεση υποστήριξη τους έρχεται από το DNP (Γερμανικό Εθνικό Κόμμα) μια ιεραρχική συνάθροιση ατομικών ιδιοχτητών κάτω από τους παραδοσιακούς ηγέτες τους, τους γιούνκερς, τη μόνη τάξη που έχει μάθει να δίνει διαταγές στη Γερμανία. Οι βαρόνοι θα ήθελαν να σβήσουν τα τελευταία 18 χρόνια ευρωπαϊκής ιστορίας και να άρχιζαν από την αρχή. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν χαρακτήρα.

Δεν θα μπορούσε όμως να ειπωθεί για τους ηγέτες της καθαυτό γερμανικής μπουρζουαζίας. Η πολιτική ιστορία της Τρίτης Γερμανικής Δημοκρατίας ήταν πολύ πεζή. Η κοινοβουλευτική της κατάρρευση άδοξη. Η παρακμή του βρετανικού φιλελευθερισμού, που ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να συγκεντρώνει εκατομμύρια ψήφους, μπορεί ελάχιστα να συγκριθεί με τον εκμηδενισμό των παραδοσιακών κομμάτων της γερμανικής μπουρζουαζίας. Από τους Δημοκρατικούς, και τους Εθνοφιλελεύθερους, που κάποτε είχαν την πλειοψηφία του λαού, δεν μένει τίποτε άλλο από δυσφημισμένους αξιωματούχους - χωρίς στρατό και χωρίς μέλλον.

Απομακρυνόμενες από τα παλιά κόμματα ή αφυπνιζόμενες στην πολιτική ζωή για πρώτη φορά, οι άμορφες μάζες της μικροαστικής τάξης έχουν συσπειρωθεί πίσω από την σβάστικα. Για πρώτη φορά σε ολόκληρη την ιστορία τους, οι μεσαίες τάξεις - οι βιοτέχνες, οι καταστηματάρχες, τα "ελεύθερα επαγγέλματα", οι υπάλληλοι, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι αγρότες - όλα αυτά τα στρώματα διαιρεμένα από την παράδοση και τα συμφέροντα έχουν ενωθεί σε μια σταυροφορία, μια πιό παράξενη, πιό φανταστική, πιο παράφωνη από τις αγροτικές σταυροφορίες του Μεσαίωνα.

Η γαλλική μικροαστική τάξη εξακολουθεί να παίζει ένα εξέχοντα ρόλο χάρη στον οικονομικό συντηρητισμό της χώρας της. Αυτό το στρώμα, βέβαια, είναι ανίκανο να διεξάγει μια ανεξάρτητη πολιτική. Πάντως αναγκάζει την επίσημη πολιτική των καπιταλιστικών κύκλων να προσαρμοστούν αν όχι στα συμφέροντα της τουλάχιστον στις προκαταλήψεις της. Το Ριζοσπαστικό Κόμμα που βρίσκεται τώρα στην εξουσία είναι μια άμεση έκφραση αυτής της προσαρμογής. Eξαιτίας της πυρετώδικης ανάπτυξης του γερμανικού καπιταλισμού που έσπρωξε αλύπητα τις μεσαίες τάξεις σε δεύτερη μοίρα, η γερμανική μπουρζουαζία ποτέ δεν κατόρθωσε να καταλάβει μια θέση στη πολιτική ζωή σαν αυτή των μεγαλύτερων γάλλων ξαδέλφων της. Η εποχή των κλυδωνισμών που εγκαινιάσθηκε από το 1914 προκάλεσε αμέτρητα μεγαλύτερες καταστροφές στις γερμανικές μεσαίες τάξεις από ότι στις γαλλικές. Το φράγκο έχασε τα τέσσερα πέμπτα της αξίας του, και η αξία του παλιού μάρκου έπεσε σε μηδαμινά επίπεδα. Η σημερινή αγροτική και βιομηχανική κρίση δεν είναι καθόλου τόσο εκτεταμένες στα δυτικά του Ρήνου από ότι στα ανατολικά.

Αυτή τη φορά, επίσης, η δυσαρέσκεια της γαλλικής μικροαστικής τάξης περιορίστηκε στα παλιά κανάλια, φέρνοντας τον Εριό στην εξουσία. Στη Γερμανία ήταν διαφορετικό ζήτημα. Εδώ η απόγνωση της μικροαστικής τάξης έφτασε στο αποκορύφωμά της, ανεβάζοντας τον Χίτλερ και το κόμμα του σε ιλιγγιώδη ύψη. Στον Εθνικοσοσιαλισμό όλα είναι αντιφατικά και χαοτικά σαν σε ένα εφιάλτη. Το κόμμα του Χίτλερ αυτοαποκαλείται σοσιαλιστικό κι όμως διεξάγει ένα τρομοκρατικό αγώνα ενάντια σε όλες τις σοσιαλιστικές οργανώσεις. Αυτοαποκαλείται εργατικό κόμμα αλλά στις γραμμές του υπάρχουν όλες οι τάξεις εκτός από το προλεταριάτο. Εκσφενδονίζει μύδρους στα κεφάλια των καπιταλιστών, κι όμως υποστηρίζεται από αυτούς. Υποκλίνεται στις γερμανικές παραδόσεις αλλά επιδιώκει τον καισαρισμό, έναν απόλυτα λατινικό θεσμό. Με τα μάτια του στραμμένα προς τον Φρειδερίκο τον 2ο, ο Χίτλερ πιθηκίζει τις χειρονομίες του Μουσολίνι...με ένα μουστάκι Τσάρλι Τσάπλιν.

Ο κόσμος όλος έχει καταρρεύσει μέσα στα κεφάλια της μικροαστικής τάξης, που έχει χάσει τελείως την ισορροπία της. Η τάξη ουρλιάζει τόσο δυνατά από απόγνωση, φόβο και πικρία που κουφαίνεται η ίδια και χάνει την αίσθηση των λόγων και των χειρονομιών της. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργατών ακολουθεί τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Κομμουνιστές. Το πρώτο κόμμα είχε την ηρωική του περίοδο πριν τον πόλεμο, το δεύτερο έχει την καταγωγή του άμεσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση της Ρωσίας. Οι προσπάθειες των Εθνικοσοσιαλιστών να τσακίσουν το "Μαρξιστικό Μέτωπο" δεν έχουν ακόμα πετύχει απτά αποτελέσματα. Δεκατέσσερα περίπου εκατομμύρια μικροαστικοί ψήφοι παρατάσσονται ενάντια σε δεκατρία περίπου εκατομμύρια εργατικούς ψήφους. Μονάχα το κόμμα του Κέντρου συσκοτίζει το καθαρό ταξικό περίγραμμα των γερμανικών πολιτικών ομάδων.

Μέσα στα πλαίσια του Καθολικού στρατόπεδου, αγρότες, βιομήχανοι, μικροαστικά στοιχεία και εργάτες εξακολουθούν να είναι ανακατεμένοι. Θα έπρεπε να γυρίσουμε πίσω σε ολόκληρη την γερμανική ιστορία για να εξηγήσουμε γιατί ο θρησκευτικός δεσμός μπόρεσε να αντισταθεί στις φυγόκεντρες δυνάμεις της νέας εποχής. Το παράδειγμα του Κέντρου αποδείχνει ότι οι πολιτικές σχέσεις δεν μπορούν καθόλου να καθοριστούν με μαθηματική ακρίβεια. Το παρελθόν προεκτείνεται στο παρόν και αλλοιώνει την διάταξή του.
[...]
Με μια παραπέρα εντατικοποίηση της κοινωνικής κρίσης στη Γερμανία, το Κέντρο δεν θα μπορέσει να αντέξει τη πίεση από τα μέσα και από τα έξω και το κληρικό τσόφλι θα σπάσει. Η προτελευταία πράξη στο γερμανικό δράμα μπορεί να παιχθεί ανάμεσα στα συστατικά μέρη του Κέντρου.

Με μια τυπική έννοια, σήμερα, τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου, η Γερμανία συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Όμως λίγες βδομάδες πριν ο υπουργός Εσωτερικών φον Γκάιλ μετάτρεψε την επέτειο του συντάγματος της Βαϊμάρης σε έναν ύμνο στον κοινοβουλευτισμό. Πιο σημαντικό όμως από την τυπική αυτή εκτίμηση είναι ότι οι δυο ακραίες πτέρυγες του Ράϊχσταγ, που αντιπροσωπεύουν τη πλειοψηφία των ψηφοφόρων θεωρούν τη δημοκρατία σαν οριστικά χρεοκοπημένη. Οι Εθνικοσοσιαλιστές θέλουν να την αντικαταστήσουν με μια φασιστική δικτατορία σαν το ιταλικό μοντέλο. Οι κομμουνιστές επιζητούν τη δικτατορία των σοβιέτ. Τα αστικά κόμματα, που έχουν προσπαθήσει να διαχειριστούν τις υποθέσεις της καπιταλιστικής τάξης μέσα από κοινοβουλευτικά κανάλια τα προηγούμενα 14 χρόνια έχουν χάσει όλη την εκλογική τους υποστήριξη. Η Σοσιαλδημοκρατία που έσπρωξε το εργατικό κίνημα στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού, όχι μόνο άφησε την εξουσία που της δόθηκε από την Νοεμβριανή Επανάσταση να της γλιστρήσει από τα χέρια, όχι μόνο έχασε εκατομμύρια ψήφους απο τους κομμουνιστές, αλλά κινδυνεύει να χάσει τη νομική της υπόσταση σαν κόμμα.

Δεν είναι προφανές το συμπέρασμα ότι το δημοκρατικό καθεστώς, που αντιμετωπίζει δυσκολίες και καθήκοντα υπερβολικά γι΄ αυτό, χάνει τον έλεγχο; Στις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη, όταν πρόκειται για ζητήματα δευτερεύουσας σημασίας, οι κανόνες και οι χρήσεις του πρωτόκολλου λίγο ως πολύ τηρούνται. Αλλά όταν συγκρούονται ζωτικά συμφέροντα, τα όπλα και τα κανόνια έρχονται στο επίκεντρο αντί οι όροι συνθηκών. Οι εσωτερικές και οι εξωτερικές δυσκολίες του γερμανικού έθνους έχουν θερμάνει την ταξική πάλη στο βαθμό που δεν μπορεί ούτε θέλει κανείς να την υποτάξει στις κοινοβουλευτικές συμβατικότητες. Μερικοί μπορεί να λυπούνται γι΄ αυτό, να κατηγορούν με πικρία τα εξτρεμιστικά κόμματα, για την ροπή τους προς την βία, και να ελπίζουν σε ένα καλύτερο μέλλον. Αλλά τα γεγονότα είναι γεγονότα.Τα καλώδια της δημοκρατίας δεν μπορούν να αντέξουν σε τόσο υψηλό κοινωνικό βολτάζ. Τόσο είναι όμως, το βολτάζ της εποχής μας.

Το αξιόλογο "Αλμανακ ντε Γκότα" κάποτε είχε πρόβλημα να ορίσει το πολιτικό σύστημα της Ρωσίας που συνδύαζε την λαϊκή εκπροσώπηση με έναν αυταρχικό τσάρο. Ο χαρακτηρισμός του σημερινού γερμανικού συστήματος θα ήταν ακόμη πιο δύσκολος αν προσπαθούσες να βασιστείς σε νομικές κατηγορίες. Στρεφόμενοι όμως στην ιστορία μπορούμε να βοηθήσουμε τα "Αλμανάκ ντε Γκότα" όλων των χωρών. Η Γερμανία διακυβερνιέται σήμερα σύμφωνα με ένα βοναπαρτιστικό σύστημα. Το κύριο χαρακτηριστικό στη γερμανική πολιτική φυσιογνωμία προέρχεται από το γεγονός ότι ο φασισμός έχει κατορθώσει να κινητοποιήσει τις μικροαστικές τάξεις ενάντια στους εργάτες. Δυο πανίσχυρα στρατόπεδα έχουν συμπλακεί σε μια ασυμφιλίωτη σύγκρουση. Καμιά πλευρά δεν μπορεί να νικήσει με κοινοβουλευτικά μέσα. Καμιά δεν θα δεχόταν με προθυμία μια δυσμενή για αυτήν απόφαση. Μια τέτοια διάσπαση στην κοινωνία προοιωνίζει έναν εμφύλιο πόλεμο. Η απειλή ενός εμφύλιου πόλεμου δημιουργεί την ανάγκη για την άρχουσα τάξη ενός διαιτητή και διοικητή, ενός Καίσαρα. Αυτή είναι ακριβώς η λειτουργία του βοναπαρτισμού.

Κάθε καθεστώς ισχυρίζεται ότι είναι πάνω από τις τάξεις και διαφυλάσσει τα συμφέροντα του συνόλου. Όμως οι επιδράσεις των κοινωνικών δυνάμεων δεν μπορούν να προσδιοριστούν τόσο εύκολα όσο στο πεδίο της μηχανικής. Η ίδια η κυβέρνηση είναι φτιαγμένη από σάρκα και οστά. Είναι δεμένη με μερικές τάξεις και τα συμφέροντά τους. Σε ειρηνικές περίοδες, ένα δημοκρατικό κοινοβούλιο φαίνεται πως είναι το καλύτερο εργαλείο να συμφιλιώνει τις συγκρουόμενες δυνάμεις. Αλλά όταν θεμελιακές δυνάμεις εξασκούνται με γωνία 180 μοιρών, τραβώντας προς αντίθετες κατευθύνσεις τότε εμφανίζεται η αρχή για μια βοναπαρτιστική δικτατορία.

Αντίθετα από μια νόμιμη μοναρχία, όπου το άτομο ή ο κυρίαρχος αντιπροσωπεύει μονάχα ένα κρίκο σε μια αλυσίδα δυναστείας, η βοναπαρτιστική μορφή σχετίζεται με μια προσωπικότητα που αναρριχείται στην κορυφή είτε από ταλέντο είτε από τύχη. Μια τέτοια εικόνα δεν ταιριάζει και πολύ στη μολυβένια φιγούρα του γιούνκερ του Ανατολικού Ελβα και του συνταγματάρχη του Χοεντζόλερν. Πράγματι, ο Χίντεμπουργκ δεν είναι Ναπολέοντας και το Πόζεν δεν είναι Κορσική. Αλλά μια απλά προσωπική ή κι ακόμη αισθητική εξέταση αυτού του ζητήματος θα ήταν τελείως ανεπαρκής και στην πραγματικότητα ένας αποπροσανατολισμός. Ενώ, όπως λένε οι Γάλλοι χρειάζεται ένας λαγός για να μαγειρευτεί ένας λαγός στιφάδο, ο Βοναπάρτης δεν είναι με κανέναν τρόπο αναγκαίος για τον βοναπαρτισμό. Η ύπαρξη δύο ασυμβίβαστων στρατοπέδων είναι αρκετή. Ο ρόλος ενός πανίσχυρου διαιτητή μπορεί να παιχτεί από μια κλίκα αντί από ένα άτομο.

Ας θυμηθούμε ότι η Γαλλία δεν γνώρισε μονάχα τον Ναπολέοντα τον Ι. τον πραγματικό, αλλά και τον ψεύτικο, τον Ναπολέοντα το ΙΙΙ (σ.σ. ο Μαρξ είχε αναφερθεί σε αυτόν και το πραξικόπημα που είχε κάνει, με τις ψήφους πολλών αριστερών της εποχής εκείνης, όπου, όπως και σήμερα, οι τράπεζες κυριαρχούσαν - δείτε εδώ για παλιότερο άρθρο μας). Ο θείος και ο υποτιθέμενος ανιψιός είχαν κοινό το ρόλο ενός διαιτητή που απονέμει τις ετυμηγορίες του με την μύτη ενός σπαθιού. Ο Ναπολέοντας ο Ι είχε το δικό του σπαθί και η Ευρώπη έχει ακόμα τα σημάδια των χτυπημάτων του. Η σκιά και μόνο του σπαθιού του υποτιθέμενου θείου ήταν αρκετή για να ωθήσει τον Ναπολέοντα τον ΙΙΙ στον θρόνο. Στη Γερμανία, ο βοναπαρτισμός παίρνει μια αυστηρά γερμανική μορφή. Όμως δεν πρέπει να παραμείνουμε στις αποχρώσεις των εθνικών διαφορών. Στη σύγκριση χάνονται πολλά διακριτικά χαρακτηριστικά του πρότυπου.
[...]
Οι Συντηρητικοί, οι Εθνικιστές, οι Μοναρχικοί, όλοι οι εχθροί της Νοεμβριανής Επανάστασης έβαλαν τον Χίντεμπουργκ στο πόστο του Ράϊχστπρεζιντεντ (προέδρου του Ράιχ) για πρώτη φορά το 1925. Οχι μόνο οι εργάτες αλλά και τα κόμματα της μπουρζουαζίας ψήφισαν ενάντια στον στρατάρχη του Χοεντζόλερν. Αλλά ο Χίντεμπουργκ νίκησε. Τον υποστήριξαν οι μάζες της μικροαστικής τάξης που κινούνταν προς τον Χίτλερ. Σαν πρόεδρος, ο Χίντεμπουργκ δεν έκανε τίποτε. Οι εχθροί του αναπτύξαν την ιδέα ότι η στρατιωτική πίστη του Χίντεμπουργκ τον έκανε υπερασπιστή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Εφτά χρόνια μετά, οδηγημένα προς τα πίσω απο την αντίδραση, τα καθαρά κοινοβουλευτικά κόμματα αποφάσισαν να ποντάρουν τα λεφτά τους στον στρατάρχη.

Δίνοντας τις ψήφους τους στον μοναρχικό στρατιωτικό διοικητή, οι Σοσιαλδημοκράτες τον απάλλαξαν από κάθε υποχρέωση προς τη νέα ανίσχυρη δημοκρατία. Εκλεγμένος το 1925 από τους αντιδραστικούς ο Χίντεμπουργκ δεν απομακρύνθηκε απο το Σύνταγμα. Εκλεγμένος το 1932 με τους ψήφους της αριστεράς, ο Χίντεμπουργκ υιοθέτησε την δεξιά άποψη προς τα συνταγματικά ζητήματα. Δεν βρίσκεται τίποτε μυστήριο πίσω από αυτό το παράδοξο. Μόνος μπροστά στη "συνείδηση" του και την "θέληση του λαού" - δύο αλάθητους κριτές - ο Χίντεμπουργκ αναπόφευκτα έπρεπε να γίνει ο πρωταθλητής των κύκλων που είχε υπηρετήσει τόσο πιστά στη διάρκεια όλης του της ζωής. Η πολιτική του προέδρου είναι η πολιτική της αριστοκρατίας, των γαιοκτημόνων των βιομηχανικών βαρόνων και τραπεζικών πριγκίπων της ρωμαιοκαθολικής, λουθηριανής και - της τελευταίας αλλά όχι εσχάτης - εβραϊκής πίστης [...]


ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου