Σάββατο 18 Μαΐου 2013

Ποτέ μην εμπιστεύεσαι τους Ναζί

Πέμπτη απόγευμα, λίγο μετά τις πέντε, στη Νίκαια. Οδός Μούγλων – τοπική μονάδα ΕΟΠΥΥ. Ο κυρ Χρήστος ξεκουμπώνει λίγο το πουκάμισό του και μου δείχνει μια τεράστια γάζα στο στήθος του. «Είμαι νεφροπαθής αλλά οι γιατροί δε μου γράφουν τα φάρμακα». Λίγα λεπτά αργότερα ο κυρ Χρήστος κάθεται απέναντι από το γιατρό. Από τη μισάνοιχτη πόρτα ακούγεται ο εξής διάλογος:

- Δεν μπορώ να σου γράψω αυτά που μου ζητάς.

- Γιατί;

- Γιατί πλέον υπάρχουν πρωτόκολλα.

- Τι είναι αυτά;

- Ότι δεν μπορείς να πάρεις τα φάρμακα που έπαιρνες μέχρι σήμερα.

- Μα θα πεθάνω!

- Το σύστημα (σ.σ. εννοεί το ηλεκτρονικό σύστημα συνταγογράφησης δε με αφήνει να σου τα γράψω».

Ο κυρ Χρήστος βγαίνει με κατεβασμένο το κεφάλι. Ο γιατρός, με δύο μεταπτυχιακά, συμβασιούχος των 700 ευρώ, μου λέει ότι σε λίγο καιρό θα φύγει στην Αυστραλία να κάνει μετεκπαίδευση σε κάποιο πανεπιστήμιο. «Δεν ξέρω αν θα ξαναγυρίσω» καταλήγει.

Περίπου ένα τέταρτο αργότερα μπαίνω στο αυτοκίνητο και ξεκινώ. Ένας θηριώδης άντρας, που βρίσκεται σε απόσταση πενήντα μέτρων, βγαίνει μπροστά μου και μου κάνει σινιάλο να σταματήσω. Φορά γκρίζο παντελόνι παραλλαγής και μια μαύρη μπλούζα που δεν μπορώ από μακριά να ξεχωρίσω τι γράφει. Για κλάσματα δευτερολέπτου θεωρώ ότι ο άντρας αυτός είναι από κάποιο συνεργείο που βοηθά έναν οδηγό να βγει από το στενό ή οικοδόμος που κατευθύνει όπισθεν ένα σιλό. Όταν φτάνω πια κοντά του, παγώνω. Ένας άλλος άντρας, εξίσου θηριώδης, με μπότες και παντελόνι παραλλαγής, έχει πιάσει τον κυρ Χρήστο από το χέρι και διασχίζουν κάθετα τη Μούγλων.

Τραβάω χειρόφρενο και κατεβαίνω κάτω. «Αφήστε τον, είναι γνωστός μου. Θα τον πάω εγώ με το αυτοκίνητο όπου θέλει». Την ώρα που βάζω το κυρ Χρήστο στο αυτοκίνητο, με πλησιάζει ο ένας από τους δύο χρυσαυγίτες: «Είναι σίγουρα γνωστός σου;» «Δε σε αφορά», του λέω. «Εσύ όμως δεν είσαι σίγουρα σχολικός τροχονόμος ούτε τροχονόμος της τρίτης ηλικίας». Μου πετάει το αναμμένο τσιγάρο του στα παπούτσια του. «Έχω κρατήσει τον αριθμό σου. Θα τα ξαναπούμε», μου λέει καθώς μπαίνω στο αυτοκίνητο.

Παρασκευή μεσημέρι στον Νέο Κόσμο. Ο Μάζεν μού δείχνει να διαβάσω ένα φωτοτυπημένο χαρτί. «Τι είναι αυτό;» ρωτάω. «Το στείλανε στο τζαμί. Ήταν ένα χοντρό χαρτί, σε έναν ροζ φάκελο. Η Ασφάλεια που ήρθε και το πήρε το πρωί είπε ότι είχε σταλεί από το Θησείο». Πρόκειται για ένα απειλητικό σημείωμα με το υδατογράφημα της Χρυσής Αυγής, που αρχίζει με τη φράση «Δολοφόνοι Μουσουλμάνοι» και τελειώνει με τις λέξεις: «Θα χυθεί αίμα».

Η Χρυσή Αυγή δεν είναι μια αόρατη απειλή. Δομεί το σωματότυπό της ανάμεσά μας. Ολοκληρώνοντας πριν λίγο τη βιογραφία της τελευταίας επιζώσας του Ολοκαυτώματος, Άλις Χερτζ Σόμμερ, εκείνη η φράση που δεν μπορώ με τίποτα να βγάλω από το μυαλό μου είναι: «Ποτέ μην εμπιστεύεσαι τους Ναζί». Λίγο πριν εκτοπίσουν τον άντρα της, Λεοπόλδο Σόμμερ, από το Τερεζίενσταντ στο Άουσβιτς, φώναξε την Άλις και το γιο τους Ράφι και τους είπε τα εξής: «Ό,τι κι αν σας πουν οι Ναζί, ό,τι κι αν σας τάξουν, δεν πρέπει ποτέ να τους εμπιστευτείτε. Θέλω να μου το ορκιστείτε αυτό».

Λίγες εβδομάδες μετά την εκτόπιση της μεγάλης πλειοψηφίας των αντρών από το Τερεζίενσταντ, οι Ναζί είπαν στα γυναικόπαιδα ότι θα έβαζαν ένα τρένο για το Άουσβιτς, προκειμένου να δουν τους αγαπημένους τους, και πως θα τους ξαναγύριζαν πίσω ύστερα από μερικές μέρες. Όσοι μπήκαν σε εκείνο το τρένο, οδηγήθηκαν κατευθείαν στους θαλάμους αερίων.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου