Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Η αντιστροφή της μεταπολίτευσης

Αν θελήσει να γκουγκλάρει κανείς τη φράση-κλισέ «τέλος της μεταπολίτευσης» (έτσι σε εισαγωγικά) θα διαπιστώσει ότι υπάρχουν στο Διαδίκτυο σχεδόν ένα εκατομμύριο σελίδες με αυτή την αναφορά. Για την ακρίβεια, προχθές ήταν 993.000 οι ιστοσελίδες με την τόσο χιλιοειπωμένη διατύπωση. Και φυσικά συνοδεύονταν τα κείμενα αυτά με κάθε λογής επιθετικούς χαρακτηρισμούς γι’ αυτό το «τέλος» που όλοι το θεωρούν δεδομένο, και άλλοι το περιγράφουν «παταγώδες», άλλοι «άδοξο», άλλοι «άγριο».

Δεν πρέπει να ξαφνιαζόμαστε. Η μεταπολίτευση «τελειώνει» εδώ και τριάντα χρόνια. Αλλά ακόμα και σήμερα το φάντασμά της πλανιέται σαν σκιάχτρο πάνω από τους πολιτικούς σχεδιασμούς των κυρίαρχων ελίτ, λες και η ανάμνηση της δημοκρατικής τομής τού 1974 μπορεί από μόνη της να σταθεί τροχοπέδη στον αντιδημοκρατικό κατήφορο όπου οδηγούν οι εφαρμοζόμενες πολιτικές, στο όνομα της αντιμετώπισης της κρίσης.

Η ενοχλητική δημοκρατία

Στην πραγματικότητα, αυτό που αρχίζει να κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο είναι μια ρητορική απαξίωσης και σχετικοποίησης αυτής ακριβώς της δημοκρατικής τομής που συνοψίζει ο όρος μεταπολίτευση. Φυσικά δεν αναφερόμαστε στη χρήση της φράσης «τέλος της μεταπολίτευσης» από όσους επιχειρούν μια περιοδολόγηση της πολιτικής και κοινωνικής συγκυρίας. Αυτοί, άλλωστε, είναι οι λιγότεροι. Οι περισσότεροι από όσους επαναλαμβάνουν τη φράση, το κάνουν με έναν στεναγμό ανακούφισης (επιτέλους, ξεμπερδέψαμε με τη μεταπολίτευση!) ή μια κραυγή προτροπής (ας ξεμπερδεύουμε με τη μεταπολίτευση!). Αρκούμαστε σε δύο παραδείγματα. Το πρώτο είναι οι θέσεις του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Yale και τακτικού αρθρογράφου στον ελληνικό συντηρητικό Τύπο Στάθη Καλύβα. Επιχειρώντας να εξηγήσει τη νεολαιίστικη έκρηξη του Δεκέμβρη του 2008, μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, ο καθηγητής αποδίδει τα πάντα στην «κουλτούρα» της μεταπολίτευσης: «Από το 1974 και μετά κυριαρχεί στη χώρα μας ένας απλοϊκός λόγος που δικαιολογεί και ενίοτε εκθειάζει την βίαιη διαμαρτυρία και προσφέρει το ιδεολογικό άλλοθι που χρειάζονται οι κάθε λογής κουκουλοφόροι». Και τελικά, «το σύστημα αξιών που μας κληροδότησε η μεταπολίτευση ενοποιεί θύτες και θύματα σε ένα τραγικό αδιέξοδο. Χωρίς την απαλλαγή από αυτές τις αξίες δύσκολα θα μπορέσουμε να βρούμε τον δρόμο των αλλαγών» (εφημ. «Καθημερινή», 14.12.2008).

Πριν από λίγο καιρό, παρόμοιες διαπιστώσεις έκανε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, από το βήμα του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής: «Ηρθε η ώρα η χώρα να κλείσει τους λογαριασμούς που μένουν ανοιχτοί από το 1974-1975 μέχρι σήμερα. Είτε αυτοί λέγονται ανομία είτε αυτοί λέγονται καταλήψεις είτε αυτοί λέγονται μεταναστευτικό είτε μιλάμε για το άγος της Μarfin».

Από αυτές τις διατυπώσεις μέχρι την ωραιοποίηση ή και την ανοιχτή νοσταλγία της δικτατορίας δεν απέχουμε παρά μόνο ένα βήμα. Γιατί βέβαια οι «αξίες της μεταπολίτευσης» συγκροτήθηκαν πάνω στα ερείπια των «αξιών της δικτατορίας». Και εκείνοι που έχουν «ανοιχτούς λογαριασμούς» από το 1974 δεν είναι παρά τα στελέχη και οι ωφελημένοι της χούντας. Αν λοιπόν με τέτοια ευκολία καταγγέλλουν τη μεταπολίτευση πανεπιστημιακοί και πολιτικοί, δεν πρέπει να ξαφνιαζόμαστε από το γεγονός ότι σε σχετικές δημοσκοπήσεις εδώ και πολλά χρόνια παρουσιάζεται ένα σοβαρό ποσοστό πολιτών (γύρω στο 30%), το οποίο διακρίνει περισσότερες αρετές στο καθεστώς των συνταγματαρχών από τον κοινοβουλευτικό αυταρχισμό του Κωνσταντίνου Καραμανλή που το διαδέχτηκε.

Στην ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και ο προπαγανδιστικός μύθος του δήθεν αδιάφθορου δικτατορικού καθεστώτος και των συνταγματαρχών που πέθαναν στην ψάθα, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για ένα βαθιά διεφθαρμένο σύστημα, πρόθυμο να υπηρετήσει τις πιο καταστροφικές επιλογές του μεγάλου κεφαλαίου και έτοιμο να αποκαταστήσει τους «ημετέρους» με φτηνά ανταλλάγματα.

Ολη αυτή η διαδομένη παρανόηση είναι ευεξήγητη στο καθεστώς της σημερινής κρίσης και των ακολουθούμενων πολιτικών. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν αυτή η συστηματική συκοφάντηση της δημοκρατικής τομής που πραγματοποιήθηκε πριν από 39 χρόνια μπορεί να οδηγήσει σήμερα στο αίτημα να αντιστραφεί η δημοκρατική πορεία. Και αν το έλλειμμα δημοκρατίας που σημαδεύει ήδη την Ελλάδα των Μνημονίων θα λειτουργήσει όπως είχαν λειτουργήσει τα Ιουλιανά του 1965, σαν προθάλαμος για μια ανοιχτή αντιδημοκρατική εκτροπή.

Μέχρι στιγμής υπάρχει μόνο μία πολιτική δύναμη που υποστηρίζει ανοιχτά την απριλιανή δικτατορία και πολεμάει με λύσσα τη μεταπολίτευση. Πρόκειται βέβαια για τη Χρυσή Αυγή. Τα βασικά της στελέχη ανδρώθηκαν πολιτικά στο πλευρό του Παπαδόπουλου, ενώ ακόμα και σήμερα βρίσκεται στις τάξεις της και πολιτεύεται μέλος του «Επαναστατικού Συμβουλίου» της χούντας, ο Ηλίας Παππάς, πατέρας του εκ των υπαρχηγών της οργάνωσης Χρήστου Παππά. Αλλωστε ο ίδιος ο Μιχαλολιάκος έκανε ένα χρόνο φυλακή την περίοδο της μεταπολίτευσης επειδή προμήθευε με εκρηκτικά τρομοκρατικές οργανώσεις που έβαζαν τυφλές βόμβες στην Αθήνα με σκοπό να κινητοποιηθεί πάλι ο στρατός και να ανατρέψει την εκλεγμένη κυβέρνηση.

Το Γραφείο Τύπου της οργάνωσης κάθε λίγο και λιγάκι εξαγγέλλει το τέλος της μεταπολίτευσης, το οποίο για τη ναζιστική ομάδα ισοδυναμεί με την εγκαθίδρυση του δικού τους συστήματος εξουσίας: «Ούτε η τοκογλυφική δόση ούτε ο ανασχηματισμός δεν πρόκειται να περισώσουν το καταρρέον σύστημα εξουσίας. Η διαφθορά, η ατιμωρησία και το ξεπούλημα της χώρας στους πιστωτές έχουν ήδη σημάνει το τέλος της μεταπολίτευσης» (18.11.2012).

Αποκαλύπτουμε σήμερα την κρυφή στρατηγική της οργάνωσης, τον τρόπο δηλαδή που φαντάζονται οι επιτελείς του κ. Μιχαλολιάκου την κατάλυση του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος και την εγκαθίδρυση του «εθνικού κράτους», στο πρότυπο της απριλιανής δικτατορίας. Με μόνο μια διαφορά: αυτή τη φορά το όραμά τους δεν στηρίζεται μόνο στην επέμβαση του στρατού για την εγκαθίδρυση δικτατορίας, αλλά και στην ύπαρξη μιας ναζιστικής οργάνωσης που δρα στο σκοτάδι, αλλά σε συνεννόηση με τους πραξικοπηματίες του στρατεύματος.

Το μυθιστόρημα του μίσους

Οπως συμβαίνει με τους ομοϊδεάτες τους σε όλο τον κόσμο, έτσι και οι ναζιστές της Χρυσής Αυγής προτιμούν να εκφράζονται με σύμβολα, με υπονοούμενα και κωδικές εκφράσεις. Στο πλάι των πολιτικών τους μανιφέστων συνηθίζουν να κυκλοφορούν μυθιστορήματα πολιτικής ή ιστορικής φαντασίας, στα οποία καταγράφουν τις βαθύτερες σκέψεις και προτάσεις τους. Το γνωστότερο υπόδειγμα αυτού του είδους παραλογοτεχνίας είναι τα «Ημερολόγια Τέρνερ», τα οποία έγραψε ο διαβόητος ηγέτης της ρατσιστικής αμερικανικής οργάνωσης National Alliance Ουίλιαμ Πιρς με ψευδώνυμο. Το βιβλίο που θεωρείται η βίβλος των ρατσιστών στις ΗΠΑ ενέπνευσε τον Τίμοθι Μακβί για τη δολοφονική ανατίναξη του ομοσπονδιακού κτιρίου στο Οκλαχόμα Σίτι το 1995. Και βέβαια, τα «Ημερολόγια» εκδόθηκαν στα ελληνικά από τις εκδόσεις της Χρυσής Αυγής.

Τόσο ο Μιχαλολιάκος όσο και οι κατά καιρούς στενοί συνεργάτες του (Γιαννόπουλος, Ανδρουτσόπουλος, Κουσουμβρής, Ζαφειρόπουλος, Κασιδιάρης) εκφράζονται μέσα από παρόμοια κείμενα. Ενα από τα πιο αποκαλυπτικά είναι η «Ομάδα Κρούσεως Λόγχη», του Ν. Εξαρχου, το οποίο εκδόθηκε από τη Χρυσή Αυγή το 2001. Το βιβλίο αυτό περιγράφει τη διαδρομή ενός νέου «εθνικιστή», ο οποίος από απλός «μαχητής του δρόμου» εξελίσσεται σε ιδεολόγο ναζιστή, συμμετέχει σε ημιπαράνομη ναζιστική οργάνωση, η οποία εντέλει συνεργάζεται με συνωμοτική ομάδα του στρατού και προκαλεί αιματηρό πραξικόπημα για να εγκαθιδρύσει τη δικτατορία της.

Πρόκειται για μια ανατριχιαστική περιγραφή της στρατηγικής της Χρυσής Αυγής. Στη διαφήμιση του βιβλίου από την εφημερίδα της οργάνωσης τα πράγματα λέγονται καθαρά: «Ενα πολιτικό μυθιστόρημα που μας μεταφέρει σε μια Ελλάδα που υπάρχει και δεν υπάρχει. Σε μια Ελλάδα των σύγχρονων καιρών μέσα στην οποία, μέσα στο καθεστώς της διαφθοράς και της σαπίλας, αναπτύσσεται η δράση μιας επαναστατικής οργανώσεως, της Ομάδας Κρούσεως Λόγχη. Γεγονότα φανταστικά, που θυμίζουν όμως την πραγματικότητα» (23.1.2003).

Και ακόμα καθαρότερα: «Ενα πολιτικό μυθιστόρημα σε μια Ελλάδα που δεν υπάρχει, αλλά που θα μπορούσε να υπάρξει. Μέσα στις σελίδες του περνούν πρόσωπα, χαρακτήρες και γεγονότα φανταστικά, που θυμίζουν όμως πολλά από την πραγματικότητα, αλλά και από τα όσα πρόκειται να συμβούν στην πατρίδα μας στα επόμενα χρόνια» (6.6.2002).

Ποια είναι λοιπόν αυτά που κατά την οργάνωση «πρόκειται να συμβούν» τα επόμενα χρόνια;

Ο αφηγητής περιγράφει στην αρχή πώς προσέγγισε τη ναζιστική οργάνωση που ονομάζεται «Ομάδα Κρούσεως Λόγχη». Η αναφορά στη Χρυσή Αυγή είναι σαφής. Αλλωστε οι εκδόσεις της Χρυσής Αυγής πήραν εκείνη την περίοδο την ονομασία «Λόγχη». Ο συγγραφέας περιγράφει τον ήρωά του από την εποχή που ήταν νέος μαθητής και άρχισε να πηγαίνει στο γυμναστήριο: «Κτυπούσα και κτυπιόμουν αλύπητα πάνω στο ρινγκ. Απολάμβανα την εκτόνωση της οργής μου και δεχόμουνα χωρίς καμιά διαμαρτυρία τα σκληρά κτυπήματα των αντιπάλων μου. Ενιωθα τον κόσμο της βίας που ήταν ένας κόσμος χωρίς υποκρισία, κόσμος άμεσος, στυγνός, αδυσώπητος, χωρίς κανένα “δίκαιο”, χωρίς κανένα “αλλά”. Κτυπάς, σε κτυπάνε κι αυτό είναι όλο». Η λατρεία της βίας και του αίματος είναι το πρώτο βήμα προς την οργάνωση: «Το μόνο που ζήταγα ήτανε δύο ημέρες της εβδομάδος να συμμετέχω σε αυτό το τρελό πανηγύρι της βίας, γευόμενος μέσα από το αίμα που έτρεχε πολλές φορές από τα χείλη μου μια γεύση Αλήθειας».

Την περίοδο του φροντιστηρίου ο αφηγητής διασκέδαζε μόνο με το σινεμά. Αλλά άρχισε να έχει πολύ ιδιαίτερα γούστα: «Μου άρεσαν πολύ οι πολεμικές ταινίες κι η καρδιά μου φτερούγιζε όποτε έβλεπα σε έργα που είχαν για θέμα τους το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, να περνούν από μπροστά μου εικόνες των μαυροντυμένων της στρατιάς του Γ΄ Ράιχ με τις ψηλές μπότες και το σημάδι με τη νεκροκεφαλή!» Το πιάσαμε το υπονοούμενο για τα SS. Ολα αυτά την εποχή της πολιτικής κρίσης του 1989. «Η πολιτική ποτέ δεν μου άρεσε. […] Πάνω απ’ όλα όμως μου άρεσε να πιστεύω ότι είμαι άνθρωπος της γνώσης και της βίας». Στη συνέχεια το μυθιστόρημα αναλύει την αηδία του αφηγητή για τους πολιτικούς που «είναι οι άνθρωποι που ζουν ανάμεσά μας με ένα βασανιστικό σύμπλεγμα ανωτερότητος».

Ακολουθεί η περιγραφή ενός επεισοδίου από τη φοιτητική δράση του αφηγητή. Δυο «κοντοκουρεμένοι νέοι» μοίραζαν προκηρύξεις για μια «μεγάλη εθνικιστική Ελλάδα». Ενδιαφέρον έχει η περιγραφή της σύγκρουσης των «κοντοκουρεμένων» με τους φοιτητές της σχολής: «Η ομάδα των φοιτητών είχε βάλει στη μέση τους δυο κοντοκουρεμένους κι άρχισε να τους σπρώχνει, ενώ πολλοί φώναζαν “Παλιοφασίστες, θα σας σκοτώσουμε”. Σε μια στιγμή κάποιος σήκωσε το χέρι του και τότε άρχισε ο καβγάς. Οπως ήταν φυσικό το αίμα άρχισε γρήγορα να κυλάει από τα πρόσωπα των δύο νέων, που αντιστεκόντουσαν όμως με γενναιότητα στις επιθέσεις και κτυπούσαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Ξαφνικά ο ένας από τους δύο έκανε μια κίνηση και όλοι πάγωσαν. Εβγαλε από το μπουφάν του ένα μαχαίρι κι όλοι έκαναν πίσω. Ο άλλος δίπλα του μάζεψε χωρίς να βιάζεται τις προκηρύξεις που είχαν πέσει κάτω και τους είπε, “Και τώρα πάρτε δρόμο σκουπίδια και γρήγορα θα τα ξαναπούμε”».

Ο «εθνικιστής» ήρωας συνεχίζει το γυμναστήριο, «γιατί μου άρεσε να κτυπάω και να κτυπιέμαι κι έβγαζα από μέσα μου τότε όλη την οργή μου για τις αδικίες που ένιωθα να με περιζώνουν κι όλες τις ενοχές μου για όσα φανταστικά ή πραγματικά είχα κάνει ή δεν είχα κάνει». Στη συνέχεια τον βρίσκουμε να δουλεύει μπράβος σε μπαρ της παραλιακής. Η ζωή του αλλάζει από ένα όνειρο με μια φασιστική παρέλαση: «Μπροστά πηγαίνανε κάποιοι μαυροφορεμένοι στρατιώτες με ψηλές μπότες, μπροστά απ’ αυτούς προχωρούσε ένας ψηλός άνδρας, που κρατούσε μια κόκκινη σημαία με ένα λευκό κύκλο στη μέση και ένα μαύρο σύμβολο στο κέντρο [εννοείται φυσικά η ναζιστική σημαία]. Ξαφνικά από εκεί που βρισκόμουνα στον αέρα, βρέθηκα να είμαι ένας από αυτούς, να κτυπάω με δύναμη την μπότα στο κράσπεδο του δρόμου και να σηκώνω το δεξί μου χέρι ψηλά».

Το επόμενο βήμα είναι η συμμετοχή του «εθνικιστή» σε μια σύγκρουση μεταξύ φασιστών και δημοκρατών, στο πλευρό φυσικά των «κοντοκουρεμένων νέων». Στη συνέχεια αρχίζει να δέρνεται με όσους τον στραβοκοιτάζουν επειδή διαβάζει «εθνικιστικές» εφημερίδες: «Τα μάτια τους ήταν γεμάτα μίσος, αλλά δεν ήξεραν να παίζουν ξύλο. Με ένα κροσέ στο σαγόνι έριξα άλλον έναν κάτω και είδα τους υπόλοιπους τρεις να διστάζουν να με πλησιάσουν και το μόνο που έκαναν ήταν να ουρλιάζουν υστερικά και να με σπρώχνουν. Ενας άλλος εισέπραξε μια γερή γροθιά μου στη μύτη του και το αίμα του πιτσίλισε το πουκάμισό μου. […] Για μένα ήταν παιχνιδάκι μετά από τόσα χρόνια που είχα περάσει στα ρινγκ που παραλίγο να με καταντήσουν πληρωμένο μπράβο, φρουρό στις καβάτζες της κόκας, της νομενκλατούρας της υψηλής κοινωνίας των Αθηνών».

Το νέο πραξικόπημα

Ακολούθησε η «ιδεολογική» επιμόρφωση του προσήλυτου. Κυρίως του κάνει εντύπωση ένα άρθρο στην «εθνικιστική» εφημερίδα με τίτλο «Ο σιωνισμός είναι η δυστυχία μας». Πρόκειται βέβαια για παράφραση της ιστορικής διατύπωσης «Οι Εβραίοι είναι η δυστυχία μας» (Die Juden sind unser Unglück) του Χάινριχ φον Τράιτσκε, την οποία έφερε μόνιμα στο πρωτοσέλιδό της η ναζιστική εφημερίδα «Der Stürmer». Οσο για τα βιβλία που του προτείνει ο «εθνικιστής» βιβλιοπώλης είναι τα εξής τρία: Τα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών», το «Οσοι Ζωντανοί» του Ιωνα Δραγούμη και «τέλος ένας χοντρός δερματόδετος μαύρος τόμος με χαραγμένο πάνω του έναν Αγκυλωτό Σταυρό που από κάτω είχε τα λόγια “Αδόλφου Χίτλερ, Ο Αγών Μου”».

Το βιβλίο έχει σαφείς αναφορές στην περίοδο που καταζητούνταν οι δράστες της δολοφονικής επίθεσης της Χρυσής Αυγής έξω από τα δικαστήρια το 1998 και περιγράφει τους φόβους για την απαγόρευση της «εθνικιστικής» οργάνωσης.

Στη συνέχεια τα πράγματα παίρνουν τον δρόμο τους. Ο «εθνικιστής» ντύνεται φαντάρος και συναντά στη μονάδα του στον Εβρο έναν ομοϊδεάτη του λοχία, τον Αλέξη Πετρίδη: «Είχε ένα τατουάζ στον ώμο του. Ηταν ένας Αγκυλωτός Σταυρός και από κάτω οι λέξεις “Ζήτω ο θάνατος!”».

Πολύ γρήγορα φαντάρος και λοχίας γίνονται κολλητοί και στήνουν ενέδρα σε μια τουρκική περίπολο πυροβολώντας στο ψαχνό και τραυματίζοντας τους «εχθρούς». Οι δυο τους ξανασυναντιούνται λίγα χρόνια αργότερα. Ο λοχίας με τον αγκυλωτό σταυρό είναι πλέον εφοπλιστής (!) και χρηματοδοτεί την «Ομάδα Κρούσεως Λόγχη». Μαζί τους και κάποιος «καταζητούμενος εγκληματίας φασίστας». Στη δούλεψή του ο λοχίας-εφοπλιστής έχει και ένα «σημαντικό μέρος των ανθρώπων της νύχτας, σε σημείο που πίστευε πως την κρίσιμη ώρα θα μπορούσε και αυτούς να τους χρησιμοποιήσει για τον μεγάλο σκοπό».

Η «Λόγχη» έχει προσελκύσει «από τα νέα παιδιά, που σερνόντουσαν και κυλιόντουσαν μέσα στο αίμα χωρίς σκοπό, τους καλύτερους, τους πιο γενναίους και πιο σοβαρούς». Η στρατηγική της οργάνωσης περιγράφεται ως εξής: «Το σχέδιο ήταν απλό. Θα αναζητούσαν την κατάλληλη ευκαιρία, εν ανάγκη θα την “κατασκεύαζαν”, κάποιο σημαντικό γεγονός, που θα είχε να κάνει με την εξωτερική πολιτική, κάποια υποχώρηση σε ένα εθνικό θέμα ή μια πολιτική αναταραχή, θα έπρεπε να υπάρχει ένα τέτοιο κλίμα και τότε οι μαχητές της Ομάδας Κρούσεως Λόγχη μαζί με κάποιες επίλεκτες δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας θα επιχειρούσαν την μεγάλη ανατροπή».

Το επόμενο βήμα ήταν η προετοιμασία του πραξικοπήματος. Προκειμένου να υπάρξει μια εξωτερική βοήθεια, ο αρχηγός της Λόγχης επισκέπτεται τη Ρωσία και συναντιέται με ναζιστές στρατηγούς που του υπόσχονται όπλα και υποστήριξη. Ακολουθούν τρομοκρατικές ενέργειες της Λόγχης εναντίον «εμπόρων ναρκωτικών» και «δημοσιογράφων» και ακολουθεί το πραξικόπημα από μερίδα του στρατού, στην οποία έχει διεισδύσει η Λόγχη «για να κάνει τη βρόμικη δουλειά».

Το νέο καθεστώς αναγνωρίζεται μόνο από τη Ρωσία και το Ιράν. Και βέβαια, «η επανάστασή μας δεν ήταν αναίμακτη. Χύθηκε πολύ αίμα εκείνο το βράδυ. Ητανε η απαραίτητη θυσία στο βωμό της Αιωνίου Ελλάδος. Τις επόμενες μέρες 1.619 κρατούμενοι εκτελέστηκαν. Πολιτικοί, μεγαλο-δημοσιογράφοι, άνθρωποι των κυκλωμάτων, ολόκληρος ο σκληρός πυρήνας της εξουσίας ξεκληρίστηκε».

Και το βιβλίο τελειώνει με τον ναζιστικό χαιρετισμό των νικητών-δικτατόρων.

Είναι όλα αυτά απλές φαντασιώσεις; Και βέβαια. Είναι όμως ταυτόχρονα και οι στρατηγικοί σχεδιασμοί της οργάνωσης. Οι ίδιοι σχεδιασμοί που ονομάστηκαν «εμφύλιος πόλεμος» από τον Ηλία Παναγιώταρο σε συνέντευξή του στο BBC. Το ερώτημα είναι αν θα ανταποκριθεί σ’ αυτούς τους σχεδιασμούς μερίδα του στρατεύματος ή των κάθε λογής υπηρεσιών που θεωρούν τη Χρυσή Αυγή ακόμα και σήμερα σάρκα εκ της σαρκός τους. Ορος για να περάσουμε σ’ αυτό το εφιαλτικό νέο στάδιο είναι βέβαια το οριστικό θάψιμο των «αξιών της μεταπολίτευσης».

……………………………………………………………………………………………………………………………………………..

Ο χρυσαυγίτης ταξίαρχος του… Παναθηναϊκού

Προκειμένου να πραγματοποιηθεί το στρατηγικό σχέδιο της Χρυσής Αυγής που περιγράφεται στις διπλανές στήλες, απαιτείται η διείσδυση της οργάνωσης στις ένοπλες δυνάμεις και στην αστυνομία. Και για μεν την ΕΛ.ΑΣ. υπάρχουν εξαιρετικά ανησυχητικά τεκμήρια αυτής της διείσδυσης, όμως στον στρατό μέχρι σήμερα ακούγονταν μόνο διάσπαρτα ονόματα «φίλων» ή «συνεργαζόμενων» αξιωματικών. Η αλήθεια είναι ότι τόσο η οργάνωση όσο και οι ίδιοι οι χρυσαυγίτες αξιωματικοί κρύβουν επιμελώς αυτή τη σχέση. Και τη μαθαίνουμε… μετά θάνατον.

Αυτό συνέβη με τον θάνατο του ταξίαρχου εν αποστρατεία Δημητρίου Μούρτου (5.1.2013). Ο Μούρτος ήταν ένα πολύ γνωστό πρόσωπο στην Αθήνα, εφόσον κατείχε τη θέση του γενικού αρχηγού στον ερασιτέχνη Παναθηναϊκό. Η Χρυσή Αυγή αποκάλυψε μετά τον θάνατό του με θερμά λόγια: «Αποχαιρετήσαμε τη Δευτέρα έναν καλό φίλο, ένα γνήσιο Ελληνα Αξιωματικό, έναν παλαιό Συναγωνιστή. Ο Ταξίαρχος Μούρτος Δημήτριος τίμησε τη στολή του Ελληνα Αξιωματικού, όπως αρμόζει σε έναν γνήσιο Εθνικιστή. Παρέμεινε μέχρι τέλους πιστός στην ιδέα της Πατρίδας, της Φυλής, του Εθνικισμού. Πίστεψε αταλάντευτα το δόγμα ότι ορισμένα αγαθά είναι πολυτιμότερα από την υγεία, ακόμη και από τη ζωή. Και το ακολούθησε μέχρι τέλους. Πιστός στις αρχές της Χρυσής Αυγής αγωνίστηκε μέσα σε ένα καθεστώς εχθρικό για καθετί εθνικό. Πολεμήθηκε για τις Ιδέες του μα δε λύγισε, τιμώντας όσο λίγοι τη στολή του Ελληνα Αξιωματικού».

Το χειρότερο είναι ότι η Χρυσή Αυγή αποκαλύπτει και το περιεχόμενο του μηνύματος που έστειλε ο ταξίαρχος μετά την εκλογική επιτυχία της ναζιστικής οργάνωσης: «Θεωρώ εμαυτόν ευτυχή διότι ζω μια Χρυσή Αυγή, για να ξεβρωμίση ο τόπος. Η ψυχή μου φτερουγίζει μαζί σας. Με τα ιερότερα αισθήματα για μια Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών!»

Πρόκειται για μια ανατριχιαστική ομολογία. Ενας απόστρατος ονειρεύεται μαζί με τους ναζιστές της Χρυσής Αυγής τη «Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών», δηλαδή το τριήμερο των μαζικών δολοφονιών που προκάλεσε ο Χίτλερ για να εκκαθαρίσει τα Τάγματα Εφόδου αλλά και τους πολιτικούς του αντιπάλους (30.6-2.7.1934)

Πόσοι άλλοι απόστρατοι ονειρεύονται μια παρόμοια Νύχτα μαζί με τον κ. Μιχαλολιάκο; Θα πρέπει να περιμένουμε να πεθάνουν για να το μάθουμε;

………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Διαβάστε

● «Μισός χρόνος γεμάτος θαύματα. Μικρό ημερολόγιο της “απελευθέρωσης”» (περ. «Αντί», τ. 10, Ιανουάριος 1975). Σχολιασμένη καταγραφή των γεγονότων της μεταπολίτευσης.

● Γιώργη Θ. Κρεμμυδά «Οι άνθρωποι της χούντας μετά τη δικτατορία» (εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1984). Δημοσιογραφική καταγραφή της τύχης των πρωταγωνιστών της χούντας κατά τη μεταπολίτευση. Περιλαμβάνεται η δράση των ακροδεξιών, νεοφασιστών κ.λπ., την περίοδο 1975-79, και η αντιμετώπισή τους από τις κυβερνήσεις Καραμανλή.

Δείτε ● Νίκου Καβουκίδη «Μαρτυρίες» (1975). Ντοκιμαντέρ-χρονικό της μεταπολίτευσης, από τη φοιτητική εξέγερση του 1973 μέχρι τον Αύγουστο του 1975. Εμφαση στους μαζικούς αγώνες για την κατοχύρωση και διεύρυνση του δημοκρατικού ανοίγματος.

Επισκεφτείτε

● Ιός «Εφτά χρόνια αρπαχτή» Τα σκάνδαλα της δικτατορίας, τα οποία αποσιωπούν οι εχθροί της μεταπολίτευσης. http://www.iospress.gr/ios2010/ios20100725.htm

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου